ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Βανουάτου | Vanuatu |
Βαλενσιανική (η) (γλώσσα) | Valencian |
βέλος προς τα πάνω (το) | up arrow |
βαθεία δομή (η) | underlying structure |
βατός,-ή,-ό/επιλύσιμος,-η,-ο | tractable |
βατότητα/επιλυσιμότητα (η) | tractability |
βάση κειμένου (η) | text basis |
βάση ορολογικών δεδομένων | terminological database |
βαθμός Τ (ο) | t-score |
βυθισμένο χαρακτηριστικό (το) | submerged feature |