ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Βορειοδυτική Καυκασιανή (η) (γλώσσα) | North-West Caucasian |
βορειοανατολική Καυκασιανή (η) (γλώσσα) | North-East Caucasian |
Βόρεια Γερμανική (η) (γλώσσα) | North Germanic |
Βολταϊκή (η) (γλώσσα) | Voltaic |
βολιδοσκοπική κεφαλή (η) | probe |
Βολγαϊκή (η) (γλώσσα) | Volgaic |
Βολαπούκ (η) (γλώσσα) | VO |
Βολαπούκ (η) (γλώσσα) | Volapük |
βοηθητικός,-ή,-ό | auxiliary |
Βοηθητικός-ή-ό (βοηθ, ΒΟΗΘ) | Auxiliary (aux, AUX) |