ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αφηρημένη πτώση (η) abstract case
αφηρημένες αρχές (οι) abstract principles
αφημία (η) aphemia
αφηγηματολογία (η) narratology
αφηγηματικός,-ή,-ό narrative
αφηγηματική δομή (η) narrative structure
αφηγηματική (η) / αφηγηματολογία (η) narratology
αφήγημα (το) / αφήγηση (η) narrative
αφετικός-ή-ό aphetic
αφετικός-ή-ό aphetic