Αγγλικός Όρος
eidetic sense
Πηγή
Routledge Dictionary of Language and Linguistics (1996)
Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
Όρος
ειδητική αίσθηση (η)
Πηγή
Glosbe (https://glosbe.com/en/el/eidetic)

feedback