Αγγλικός Όρος
connective (cn, conn)
Κλάδος Γλωσσολογίας
ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ
Πηγή
Crystal (2008)
Προτεινόμενος Ελληνικός Όρος
Όρος
Συνδετικός-ή-ό1

feedback